Μαρκέζ Χέινς: Ο γκαρντ που παλεύει να γίνει ηγέτης

Το Contra.gr σκιαγραφεί το προφίλ του Μαρκέζ Χέινς. Η σούπερ διετία στο κολέγιο, η αποτυχία στο ντραφτ, η ευρωπαϊκή περιοδεία και η αδυναμία να ξεχωρίσει στο υψηλό επίπεδο. Η ένταξή του στη Σάσαρι, τα πολλά τρίποντα και ο τρόπος που θα γίνει ωφέλιμος για τον Παναθηναϊκό.

Μαρκέζ Χέινς: Ο γκαρντ που παλεύει να γίνει ηγέτης

Προτού "συστήσουμε" εμείς τον -εξ Ιταλίας ορμώμενο- νέο Αμερικανό του Παναθηναϊκού, ας μας συστηθεί ο ίδιος. Αυτό είχε αποφασίσει να κάνει πηγαίνοντας στη Σάσαρι στις 6 Ιουλίου του 2015. Θέλει να εξασφαλίσει ότι το όνομά του θα προφέρεται σωστά τώρα που έρχεται στην Αθήνα και επιμένει γι' αυτό: Not Μαρκίζ ή Μαρκίς. Μαρκέεεεεζ Χέινς!

Αφού δόθηκαν οι απαραίτητες διευκρινίσεις για το ονοματεπώνυμό του και... δώσαμε τα χέρια, πάμε στα λοιπά στοιχεία της ταυτότητάς του.

Ημερ.γέννησης: 19/12/1986

Τόπος γέννησης: Ίρβινγκ, Τέξας

Ύψος: 1μ88

Θέση: Γκαρντ

Ήτοι; Ένας βραχύσωμος και ταχύς "καουμπόη" στον Παναθηναϊκό! Για δύο περιόδους ήταν κι αυτός ένας Μάβερικ. Όχι στο Ντάλας του Ντιρκ Νοβίτσκι, αν και πολύ θα το ήθελε ως ένας ντόπιος που σέβεται την καταγωγή του. Βρέθηκε ωστόσο να σπουδάζει στο κολέγιο Τέξας Άρλινγκτον, "θυσιάζοντας" μια χρονιά, αφού όταν πήρε μεταγραφή από το Μπόστολ Κόλετζ δεν είχε (βάσει κανονισμών) το δικαίωμα ν' αγωνιστεί άμεσα.

Μοιραία έχασε τη μεγάλη ευκαιρία να ζήσει με αθλητική περιβολή, έστω για έναν αγώνα την εμπειρία του "March Madness" και την απαιτητική μάχη με αντίπαλο το Μέμφις του κόουτς Καλιπάρι και του Ντέρικ Ρόουζ (που έφτασε μέχρι τον τελικό), στην καλύτερη μπασκετική σεζόν του πανεπιστημίου του.

Μαρκέζ Χέινς: Ο γκαρντ που παλεύει να γίνει ηγέτης

Στόφα ηγέτη

Παρά την "ατυχία" του, ο Χέινς ήταν από το φθινόπωρο του 2008 έως την άνοιξη του 2010 ο κορυφαίος παίκτης της ομάδας του Σκοτ Κρος κερδίζοντας μάλιστα τον τίτλο του καλύτερου παίκτη της Περιφέρειας Southland τη σεζόν 2009-10. Χάρη στο δυναμικό στιλ παιχνιδιού του, στην έκρηξή, στο γερό πάτημα και στο αξιόπιστο σουτ του είχε 16.5 πόντους και 3.4 ασίστ την πρώτη χρονιά, ενώ ως senior "αποφοίτησε" με 22.6 πόντους και 3.7 ασίστ. Αριθμοί που αποτύπωναν την τρομερή βελτίωση και τα ηγετικά χαρακτηριστικά που έβγαζε στο παρκέ από παιχνίδι σε παιχνίδι.

Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα όλων των παραπάνω; Η προ 6ετίας εμφάνισή του (16/1/10) απέναντι στο Πανεπιστήμιο του Τέξας με έδρα το Σαν Αντόνιο, ματς στο οποίο σημείωσε 38 πόντους (από τους συνολικά 56 της ομάδας του). Οι 30 εκ εξ αυτών στο δεύτερο ημίχρονο (11/13 εντός πεδιάς, 6/6 τρίποντα) και οι 19 διαδοχικοί, όντας ο λόγος που ανετράπη το αντίπαλο προβάδισμα.

Παρά το γεγονός πάντως πως από την κλάση του '10 λίγοι ήταν οι ποιοτικοί κοντοί, προεξάρχοντος αναμφίβολα του Τζον Γουόλ (νυν ηγέτης των Γουίζαρντς), ο Τεξανός δεν μπόρεσε να βρει θέση στο ντραφτ και να συνεχίσει επί αμερικανικού εδάφους την καριέρα του. Οι ειδικοί έγραφαν τότε για συγκεκριμένες αδυναμίες που του "έφραξαν" το δρόμο προς το ΝΒΑ. Στις αναλύσεις τους εκείνες εστίαζαν κυρίως στον χειρισμό της μπάλας και στα αβίαστα λάθη, στο αδύναμο κορμί και στην έλλειψη ισορροπίας στον αέρα, στο κακό αριστερό μπάσιμο.

Ο Χέινς ήταν ένας σούπερ σκόρερ, από τους καλύτερους σε ολόκληρο το κολεγιακό πρωτάθλημα, πολλές φορές όμως οι επιλογές του ήταν εκτός πλάνου. Ίσως ευθυνόταν η υπόλοιπη σύνθεση της ομάδας που έπαιζε, ίσως αυτός ήταν ο τρόπος που είχε μεγαλώσει μπασκετικά.

Ο γύρος της Ευρώπης

Το σίγουρο ήταν πως του άρεσε να είναι ηγέτης, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Γι' αυτό και δεν πτοήθηκε ούτε εγκατέλειψε το όνειρο να παίξει στο κορυφαίο επίπεδο, κάνοντας διαδοχικές απόπειρες να βρει ένα συμβόλαιο μέσα από τα σάμερ λιγκ. Διέθετε βέβαια την ευστροφία ν' αντιληφθεί γρήγορα ότι το ταξίδι για την Ευρώπη είναι μονόδρομος για να χτίσει το όνομά του. Η πυξίδα του έδειχνε ανατολικά του Ατλαντικού και το πρώτο αεροπλάνο τον προσγείωσε αρχικά στη Γαλλία (Σαλόν), με κατάληξη την κατάκτηση ενός κυπέλλου, και κατόπιν σε Ισπανία (Γκραν Κανάρια), Γερμανία (Άρτλαντ Ντράγκονς). Προτού γίνει ευρύτερα γνωστός με την ιταλική θητεία του στη Μιλάνο, στη Σιένα, για τη συμφωνία με τη Μακάμπι Τελ Αβίβ, εκεί που έγινε καλός φίλος με τον Τζέικ Κοέν του Άρη, και με την ένταξη από το περασμένο καλοκαίρι στη Σάσαρι.

Μαρκέζ Χέινς: Ο γκαρντ που παλεύει να γίνει ηγέτης

Ένα βήμα τη φορά, δίχως βιασύνη, και επιλογές καριέρας για τον Αμερικανό, ο οποίος έφτασε να παίξει έως την πρωταθλήτρια Ευρώπης. Στην "ομάδα του λαού" επελέγη από τους Γκούντες (ο Ντέιβιντ Μπλατ είχε φύγει για το Κλίβελαντ) και Γκέρσον με στόχο να διαδεχθεί τον MVP του Final-4 Ταϊρές Ράις στην περιφέρεια, αφού αγωνιστικά μοιάζουν αρκετά. Το φορτίο ωστόσο που κλήθηκε να κουβαλήσει στο Τελ Αβίβ ήταν πολύ βαρύτερο απ' αυτό που άντεχε το μικρό του δέμας και σε συνδυασμό με το γεγονός πως το παιχνίδι του "τράκαρε" πάνω σ' εκείνο του Τζέρεμι Πάργκο, βρέθηκε μοιραία σε δεύτερο ρόλο.

Δεν έγινε Ράις

Αποτέλεσμα της σύγκρισης/σύγκρουσης ήταν να έρχεται από τον πάγκο και να παίζει ελάχιστα. Στα ευρωπαϊκά ματς έμενε στο παρκέ λιγότερα από 20 λεπτά και χωρίς πρωτοβουλίες έδινε μονάχα 4.6 πόντους και 1.2 ασίστ (με 0.9 λάθη) κατά μέσο όρο σε καθένα από τα 25 ματς που εμφανίστηκε. Η πιο λαμπερή βραδιά του ήταν απέναντι στη Ρεάλ Μαδρίτης (17 πόντοι με 5/8 τρίποντα), τη στιγμή που λίγες εβδομάδες αργότερα απέναντι στον Παναθηναϊκό, τη νέα ομάδα του, είχε μόλις 2 πόντους με 1/9 σουτ!

Δύο παιχνίδια που αντανακλούν την επαγγελματική καριέρα του Χέινς έως τώρα. Μια καριέρα με πάνω-κάτω, μια καριέρα που στερείται διάρκειας και στηρίζεται στις εκλάμψεις.

Στο... Ρέθυμνο της Ιταλίας

Αλήθεια είναι πως πηγαίνοντας στη Σάσαρι ο -απρόβλεπτος- γκαρντ βρήκε αυτό που πραγματικά ζητούσε. Έναν μπασκετικό παράδεισο για να νιώσει απελευθερωμένος και να κάνει το πιο "γεμάτο" διάστημα στην ευρωπαϊκή διαδρομή του μετά την παρθενική παρουσία του στη Σαλόν, όταν είχε 14.3 πόντοι - 3.8 ασίστ. Στο 0-10 των πρωταθλητών Ιταλίας στη ρέγκιουλαρ σίζον της Ευρωλίγκας ο Αμερικανός σημείωνε κατά μέσο όρο 13 πόντους εκτελώντας 60 τρίποντα (25 εύστοχα) και 49 δίποντα (20 εύστοχα) και έδινε 3.2 ασίστ. Παρόμοια δε ήταν τα νούμερά του στη Lega Basket με άλλους τόσους πόντους και αυξημένο αριθμό στις πάσες που έδιναν σκορ (4.3).

Αγωνιζόταν βέβαια σ' ένα περιβάλλον απόλυτα ταιριαστό σε αυτά που πρεσβεύει από τα κολεγιακά χρόνια του. Αν καταχρηστικά μεταφέραμε τη Σάσαρι στο χάρτη του ελληνικού μπάσκετ θα μπορούσε εύκολα να είναι το... Ρέθυμνο του Στέργιου Κουφού. Δεν είναι μονάχα μια νησιωτική ομάδα από τη Σαρδηνία. Είναι μια ομάδα που λατρεύει τον run 'n gun παιχνίδι και φυσικά το τρίποντο.

Ένα σύνολο αθλητικών παικτών, κυρίως ξένων, που όλοι τρέχουν, σουτάρουν, πηδούν, καρφώνουν. Με το σκεπτικό του Ρομέο Σακέτι κατέκτησε τρεις τίτλους (ένα πρωτάθλημα, δύο κύπελλα) σε δυο σεζόν, με αυτό έφτιαξε το εφετινό ρόστερ και με αυτό εξακολουθεί να πορεύεται παρά το γεγονός πως ο εμβληματικός κόουτς απολύθηκε μετά την εμφανής αδυναμία να διαχειριστεί με επιτυχία μια χρονιά με αυξημένες απαιτήσεις. Στην πρώτη φάση της Ευρωλίγκας η Σάσαρι ήταν η πέμπτη ομάδα σε εκτελεσμένα σουτ πίσω από τα 6μ75 με 85/247 και τελευταία (μαζί με τη Λοκομοτίβ Κουμπάν) στα δίποντα με 164/348!

Υπό αυτές τις συνθήκες ο Χέινς άνθισε, αναδύθηκε στην επιφάνεια, κέρδισε σε αυτοπεποίθηση και είχε κομβικό ρόλο παίζοντας δίπλα στον (πρώην "πράσινο") Ντέιβιντ Λόγκαν, στον σούπερ αθλητικό Κριστιάν Εγενγκά, στον γνωστό για τα προσόντα του Μπρεντ Πετγουέι και στον δυναμικό Τζάρβις Βαρνάντο κοντά στη ρακέτα. Υπό τις ίδιες συνθήκες ήταν στην Ευρωλίγκα τρίτος σε εύστοχα τρίποντα πίσω από τον Τζον Ντίμπλερ (Εφές) και τον Μπόμπι Ντίξον (Φενέρμπαχτσε) με 41.7%, κάνοντας -κατά διαβολική σύμπτωση- το καλύτερο παιχνίδι του απέναντι στη Μακάμπι με 26 πόντους από 3/5 δίποντα, 5/7 τρίποντα, 5/7 βολές.

Δύσκολη η ένταξη

Βέβαια όσα έπραξε στους πρωταθλητές Ιταλίας αποτελούν παρελθόν και τα δεδομένα, εντασσόμενος στο "τριφύλλι", μεταβάλλονται. Πλέον μπαίνει, στα μισά μάλιστα της χρονιάς, σ' ένα διαφορετικό μοντέλο και είναι βασικό ζητούμενο το πώς θα ταιριάξει σ' ένα στιλ παιχνιδιού που δεν έχει εμφανείς ομοιότητες μ' εκείνο της Σάσαρι. Ιδίως από τη στιγμή που πρόκειται για παίκτη ο οποίος μέχρι τώρα δεν έχει ανταποκριθεί στο υψηλό επίπεδο, στο βαθμό τουλάχιστον που είχε επιλεχθεί να το το κάνει στις κορυφαίες ομάδες.

Από την αρχή της σεζόν ο Παναθηναϊκός του Τζόρτζεβιτς θέλει να παίξει κοντρολαρισμένα, δείχνοντας προτίμηση στο σετ παιχνίδι, για ν' ακουμπήσει η μπάλα στον ψηλό και από εκεί να χτιστεί η κάθε επίθεση, από εκεί να εξελιχθεί το σύστημα.

Στον Μαρκέζ Χέινς αντίθετα αρέσει να δρα πριν σκεφτεί, να "χτυπήσει" προτού καλά-καλά οργανωθεί η αντίπαλη άμυνα. Είναι φύσει επιθετικός γκαρντ, θέλει χώρο και χρόνο την μπάλα στα χέρια για να παίξει στο ένας μ' έναν και να εκμεταλλευτεί το δυνατό πρώτο βήμα του. Ή να εκτελέσει μετά από σκριν ή ντρίμπλα, καθώς σουτέρ θέσης δεν είναι σε καμία περίπτωση. Δεν δημιουργεί πολύ για τους άλλους, κάνει και αρκετά λάθη σε σχέση με τις ασίστ που δίνει.

Έξτρα ευθύνη για Τζόρτζεβιτς

Ο Παναθηναϊκός σίγουρα δεν έχει τέτοιον παίκτη και γι' αυτό έψαχνε κοντό. Τι είδους κοντό όμως; Γιατί με τον Νικ Καλάθη αναμφισβήτητο κουμανταδόρο του "πράσινου" καραβιού και του Δημήτρη Διαμαντίδη να έπεται στην ιεραρχία, εγείρονται ερωτηματικά για τη συνύπαρξή τους. Πού ακριβώς θα χωρέσει και πώς θα βοηθήσει καταλυτικά, όχι περιστασιακά. Πώς θα συνεργάζεται με τους ψηλούς όταν δεν αρέσκεται στις συνεργασίες. Πόσο θα βελτιώσει την περιφερειακή άμυνα, όταν δεν έχει μάθει να το κάνει.

Ο Τζόρτζεβιτς και ο Μπιέντοφ, που ξέρουν πολύ καλά την ιταλική αγορά και την εμπιστεύονται, τον προτίμησαν φερ' ειπείν από έναν παίκτη τύπου... Τζάνινγκ (πιο εγκεφαλικό γκαρντ δηλαδή) γιατί πιστεύουν ότι θα φέρει το δυναμισμό που λείπει και θα προσθέσει το απρόβλεπτο σ' έναν στατικό -σε πολλές στιγμές- Παναθηναϊκό. Πως ερχόμενος από τον πάγκο θα φέρει αύρα. Θα του βάλουν ωστόσο χαλινάρια, θα τον έχουν δεμένο με λάσο ή θα του επιτρέψουν να κάνει το παιχνίδι του όπως έχει μάθει; Σαν άλλον Μάβερικ-ανυπότακτος; Ο ίδιος δε θα έχει τη δύναμη ν' αντέξει το βάρος;

Τα 100.000 δολάρια πάντως που εκτιμάται από πηγές ότι ξόδεψε ο Παναθηναϊκός για να τον αποδεσμεύσει από τη Σάσαρι δεν είναι μικρό ποσό, συνυπολογίζοντας και το συμβόλαιο που ο Χέινς υπέγραψε για τους επόμενους μήνες, ιδίως όταν το προηγούμενο καλοκαίρι έγιναν όλα τα χατίρια του νέου κόουτς.

Ο "Σάλε" πλέον οφείλει να βρει τον τρόπο να τον εκμεταλλευτεί, παρουσιάζοντας κάτι εμφανώς βελτιωμένο. Χωρίς ο Μαρκέζ Χέινς να κληθεί να βάλει τρίποντο-ζογκλέρ. Αρκεί -πιθανόν- να γίνει ένας νέος Ραμέλ Κάρι.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:

Αποκλειστική συνέντευξη του Φραγκίσκου Αλβέρτη στο Contra.gr

News 24/7

24MEDIA NETWORK